Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης
- ΕΥΑΓΓΕΛΙΑ ΑΛΙΒΙΖΑΤΟΥ
- Apr 10
- 10 min read
Updated: Apr 11

Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης (1851-1911)
Γράφει η Ευαγγελία Αλιβιζάτου, πεζογράφος
Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης, ένας από τους σπουδαιότερους και σημαντικότερους Έλληνες λογοτέχνες.
Η αγάπη για την πατρίδα του, τη Σκιάθο ήταν μία εικόνα μαγική. Νησί σπαρμένο στο πράσινο, εκκλησίες, ακρογιάλια, θάλασσες, γαλανά νερά, ένα πανέμορφο νησί, με τη φύση να δίνει τα δικά της πανηγύρια.
Λογοτέχνης εξοικειωμένος με την εκκλησία, με τη θρησκεία. Άνθρωπος με χριστιανική ιδιοσυγκρασία.
Αγαπημένη γλυκιά μορφή η μητέρα του και οι αδελφές του. Ο παπά Αδαμάντιος, ο καλός του πατέρας, πάντα δίπλα του. Φρόντισε τα μαθητικά και φοιτητικά χρόνια του γιου του να περάσουν όσο πιο αναίμακτα γινόταν, με καημούς και βάσανα δικά του, ώστε να μπορεί να τον σπουδάσει. Στιγμές που δυσκόλεψαν τη δική του ζωή ως γονέα, με χαρά για το πτυχίο του γιου του.

Μέχρι που το 1879 δημοσιεύθηκε το πρώτο μυθιστόρημά του και άνοιξε τα πανιά του ο Αλέξανδρος Παπαδιαμάντης για τα καλά. Στέφθηκε ως συγγραφέας αλλά και δημοσιογράφος. Έργα του ποτέ δεν κατάφερε να εκδώσει σε βιβλίο, αλλά ως πεζογράφος τα δημοσίευε σε περιοδικά και εφημερίδες της εποχής. Κάποιες από τις εφημερίδες που συνεργάστηκε ήταν η σατυρική «Μην χάνεσαι», η «Ακρόπολις», η «Εστία», «Το Άστυ» ενώ, εκτός από τα πρωτότυπα έργα, έκανε και μεταφράσεις.
Ταυτόχρονα ήταν ψάλτης. Η απλότητά του τον ώθησε σε συντροφιές με λογοτεχνικές παρέες. Ενδιάμεσα, η οικογενειακή του ζωή ήταν δύσκολη, όταν οι γονείς του «έφυγαν», αφήνοντας ανύπαντρες κόρες. Έχοντας βιώσει δύσκολες συνθήκες, γύρισε ξανά στη Σκιάθο της καρδιάς του.

Πριν φύγει ήσυχα από τη ζωή, άφησε το στίγμα του με τρία μυθιστορήματα, τέσσερις νουβέλες, 180 περίπου διηγήματα. Μια μεγάλη παρακαταθήκη για την νεοελληνική λογοτεχνία.
Ως λογοτέχνης, υπήρξε ρεαλιστής, με την αγάπη του για τη θρησκεία, τον έρωτα να πρωτεύει, καταλαμβάνοντας τόμους στις δημιουργίες του. Ένας συγγραφέας στην κορυφή του παγκόσμιου κοινωνικού πνεύματος. Ο τρόπος γραφής του ήταν η καθαρεύουσα, απλοποιώντας την σιγά-σιγά με λαϊκά στοιχεία και έχοντας προλάβει να αφήσει πίσω του κάποια διηγήματα, στη δημοτική.
Η αγάπη του για την ποίηση με θρησκευτική θεματολογία ήταν ένα κάλεσμα πρόκλησης για αυτόν. Λιτοί στίχοι, ελεύθεροι, που ο ίδιος ποτέ δεν έδωσε σημασία να εμπλουτίσει με ρίμες και ιδιαίτερα στολίδια.
Ο Κωστής Παλαμάς, με άρθρο του στην εφημερίδα «Ακρόπολις», μια ημέρα μετά τον θάνατό του, θα εξυμνήσει τον μεγάλο λογοτέχνη:
"Ὁ Ἀλέξαντρος Παπαδιαμάντης, ποιητὴς μὲ τὸν πεζὸ τὸ λόγο, καὶ κάποτε, μὰ πολὺ σπάνια, μὲ τὸ στίχο, ἕνας ἀπὸ τοὺς ξεχωριστοὺς ἁρμονικοὺς ἀντιπροσώπους τῆς νέας καὶ ἄμουσης ἀκόμα σὲ πολλὰ ἑλληνικῆς ψυχῆς. Μέσα στὸ ἔργο του, τὸ ἁπλὸ καὶ τὸ ἀστόχαστο, ποὺ συνεχίζει καὶ τελειώνει τὴ βυζαντινὴ παράδοση σὲ κάποια της σημαντικὰ στοιχεῖα, καὶ στὰ καλὰ καὶ στὰ πονηρά, ἀκόμα καὶ μὲ τὰ νεκρά της γλώσσας καὶ τοῦ ὕφους, τὰ σπαρμένα μέσα ἐκεῖ καὶ κρατημένα μὲ κάποιο πεῖσμα καὶ μὲ κάποια ἀντίσταση καὶ μὲ ὅλη τὴν ἐπιμονὴ τοῦ ἀνθρώπου τοῦ ἀναθρεμμένου καλογερικά, μὲ τὴ μνήμη του καὶ μὲ τὴν καρδιὰ του γιομάτη ἀπὸ βιβλικὰ ρητὰ καὶ λειτουργικὰ τροπάρια. Ἐξακολουθεῖ καὶ συμπληρώνει τὴ βυζαντινὴ παράδοση μὲ κάτι τί μονότροπο καὶ σχεδὸν ἀκίνητο, μὲ κάποια χάρη καὶ συγκρατημὸ καὶ ἀφέλεια καὶ σοβαρότητα ποὺ δὲν τῆς λείπει τὸ χαμόγελο, καὶ μὲ θρησκευτικότητα ποὺ δὲν τῆς ἀπολείπει ὁλότελα καὶ ἡ ἔγνοια τοῦ κοσμικοῦ· μὲ τρόπους καὶ μὲ θέματα, μὲ σκήματα καὶ μὲ μικρογραφήματα, μὲ ἱστορίες καὶ μὲ ζωγραφιὲς ποὺ θυμίζουν κάποιες «μινιατοῦρες» τῶν πατέρων μας μέσα στὰ Βαγγέλια καὶ στὰ προσευκητάρια, ὅ,τι πιὸ δέξιο καὶ ὅ,τι πιὸ λεπτότερο ἔχει νὰ δείξη ἡ βυζαντινὴ τέχνη κάθε φορὰ ποὺ μὲ λιγοστὰ μέσα κατορθώνει πολλὰ καὶ συγκινεῖ δυνατά· πιὸ κοντά, στ’ ἀποτελέσματα τοΰτα, μὲ τὴν κλασικὴ τέχνη, μὲ τὴν ἀρχαία τὴν ὀμορφιά.
Τὸ ἔργο τοῦτο εἶναι μαζὶ δροσολογημένο ἀπὸ τὸ γλυκοχάραμα τῶν νέων καιρῶν. Ὁ καλόγερος ποιητής, σκεδιάζοντας συχνὰ πυκνὰ «τὰ γερὰ ἑλληνικά» τοῦ σκολειοῦ του γιὰ νὰ διαβαστῆ ἀπό τους, σὰν ἐκεῖνον, γραμματισμένους, καθὼς φαντάζεται, καὶ διαβασμένους ἀναγνῶστες του, ὁ ποιητὴς αὐτὸς εἶναι διπρόσωπος.
Μὲ τὴν ψυχὴ του τὴν ἄλλη, ποὺ δὲν εἶναι ξεραμένη ἀπὸ τοῦ σκολειοῦ τὴν παράδοση, βλέπει, κουβεντιάζει, ἀνασταίνει, χρωματίζει, κάνει μουσικὴ τὴ σκέψη του, ἀνοίγει τὰ παράθυρα τοῦ σπιτιοῦ του γιὰ νἄμπη καθαρὸ μέσα του τὸ ἑλληνικὸ τὸ φῶς, ὁ ἑλληνικὸς ὁ ἀέρας, ἀνοίγει διάπλατες τὶς πόρτες του, γιὰ νὰ μπῆ μέσα στὸ σπίτι του καὶ νὰ καθήσῃ καὶ νὰ μιλήςῃ καὶ νὰ κλάψῃ καὶ νὰ χορέψῃ καὶ νὰ ζωγραφιστῇ καὶ νὰ ζήσῃ διαλεμένη, ξεκαθαρισμένη, μὰ πάντα, χωρὶς πόζα, χωρὶς ρητορική, χωρὶς καμιὰν ἔγνοια νὰ φαντάξῃ καὶ νὰ δειχτῇ, καὶ γιὰ τοῦτο σημαντικώτερη καὶ ἀληθινώτερη, ἁπαλὴ κι εὐγενικὴ πάντα κι ἐκεῖ ποὺ σὰν πρόστυχη φέρνεται κι ἐκεῖ ποὺ σὰν ἀκάθαρτη ξεμυτίζει, ἡ Ρωμιοσύνη κάποιων τόπων μας, μέσα στὰ νησιά μας, στὶς ἥμερες ἀκρογιαλιές μας, στὰ ζωγραφισμένα μας βουνά, στὰ ζαφειρένια μας κύματα, στὰ πρασινισμένα μας τὰ καλύβια, μικροὶ καὶ μεγάλοι, ἄντρες καὶ γυναῖκες, ἄνθρωποι φτωχοὶ καὶ λαϊκοὶ καὶ ἀκέριοι καὶ ἁγνοὶ καὶ παραστατικοὶ μέσα στὰ πάθη τους, στὶς ἀγάπες τους, στὰ γλέντια τους καὶ στὰ μεθύσια τους, στὸ σάλεμα καὶ στὴν ἀκινησία τους, στὴν ταπεινότητα καὶ στὴ μικρότητά τους.
Ὁ Παπαδιαμάντης ὁ μεγάλος ζωγράφος τῶν ταπεινῶν. Ὁ ἱστοριστὴς τῶν Θαλασσινῶν Εἰδυλλίων, ὁ ἀπέριττος καὶ ἀσκημάτιστος κι ἑλκυστικὸς κι εὐκολοδιάβαστος καὶ ξεχωριστὸς ἀκόμα κι ἀπὸ τὴν ἀδιαφορία του πρὸς τὸ τεχνικὸ τὸ ξετύλιμα τῶν ἱστοριῶν του, πρὸς ὅ,τι ὀνομάζεται συμμετρία καὶ σύνθεση. Ἁπαλὸς καὶ ἀφρόντιστος αὐτοσπουδαστής, ποὺ τραγουδᾶ πιὸ πολὺ καὶ ποὺ δημοσιογραφεῖ, παρὰ ποὺ χτίζει καὶ ποὺ καλλιτεχνεῖ τὶς ἱστορίες του· κάτι τί ἀντίθετο πρὸς τὸν ἄλλον του τὸν ὁμότεχνο καὶ τὸν ἀντίμαχο, πρὸς τὸν Καρκαβίτσα, τὸν τραχύ, τὸ φροντισμένο, τὸ δουλευτή, τὸν ἠρωικὸ δημοτικιστή, πού μας ἐπιβάλλεται μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς δύναμης, ἐκεῖ ποὺ ὁ Παπαδιαμάντης μας κυριεύει μὲ τὰ στοιχεῖα τῆς χάρης. Μὰ μήπως ἡ δύναμη δὲν εἶναι χάρη; Καὶ μήπως ἡ χάρη δὲν κρύβει κάποια δική της δύναμη;
Τὸ ἔργο τοῦ Παπαδιαμάντη, τὸ μαζὶ ἐκκλησιαστικὸ καὶ κοσμικό, βυζαντινὸ καὶ ἀνθρώπινο, κάτι τί διδαχτικὸ καὶ κυματιστό, γελαστὸ καὶ μελαγχολικό, τὸ λυρικὸ καὶ τὸ δραματικό, τὸ δίγλωσσο καὶ δίψυχο, δείχνει, καὶ μὲ τὰ στοιχεῖα του αὐτά, ζωηρότερο, ἀπὸ ἄλλα ἔργα, τὴν κατάσταση τῆς νέας ἑλληνικῆς ψυχῆς· εἶναι κείμενο καὶ μαρτυρικὸ γιὰ τὸν ἰστορικὸ καὶ τὸ μελετητὴ τῶν πραγμάτων μας καὶ τῶν καιρῶν μας ἀσύγκριτα σπουδαιότερο ἀπὸ τὶς βουλές καὶ ἀπὸ τοὺς νόμους μας. Ἀπὸ τὸν καιρό, ἐδῶ καὶ τριάντα χρόνια, ποὺ πρόβαλε μὲ τὸ Χρῆστο Μηλιόνη καὶ μὲ τὴ Γυφτοπούλα του, ἴσα μὲ τὰ τελευταῖα του ἔργα, ὁ ποιητὴς αὐτὸς ὁ περίφημος καὶ ὁ ἀτύπωτος, ὁ χριστιανὸς καὶ ὁ ἀλκοολικός, ὁ ψάλτης τοῦ ναοῦ καὶ ὁ πιστός τῆς ταβέρνας, ὁ λατρευόμενος ἀπὸ τοὺς νέους γύρω του καὶ ὁ ἀπλησίαστος, ὁ ντυμένος σὰ ζητιάνος, καὶ ὁ ἐμπνευσμένος σὰν ἀπὸ τὴ μοσκοβολιὰ δροσερώτατων μενεξέδων, ὁ ἀκάθαρτος Παπαδιαμάντης καὶ ὁ γλυκύτατος τραγουδιστὴς τοῦ Φτωχοῦ Ἅγιου καὶ τῆς Νοσταλγοῦ, εἶδος τί Βερλαίν, μὰ πιὸ πολὺ κανονικός, μὰ λευκὸς στὴ ζωή του ὅσο δὲν ἦταν ὁ μεγάλος Φράγκος ὁμόφυλός του· ἴσα μὲ τὰ τώρα, ὁ Παπαδιαμάντης ἔζησε περιφρονημένος καὶ δοξασμένος, μοναχικὸς καὶ καταφρονητικός, ὅσιος καὶ ἀλήτης. Μὰ πάντα ἔσταζε κάποιο μέλι ἀπὸ τὰ χείλη του, καὶ τὸ κοντύλι του, ἔτσι ἄκοπα, ἄνετα, ἀπρόσεχτα, μὲ δυὸ τρεῖς μολυβιές μας ἄφινε στὸ χαρτὶ ἀξέχαστα «σκίτσα», ποὺ τὸ στόμα τους ἤθελε φιλί, καὶ τὰ μάτια τους γύρευαν ἀγάπη καὶ μᾶς τραβοῦσε ὁ ἄνθρωπος αὐτὸς ἀπάνου στὰ γραμμένα του καὶ μᾶς ἀντάμωνε ἀδερφώνοντάς μας μὲ τὴ συγκίνηση καὶ μὲ τὴ συμπάθεια. Τέτοιος εἶναι ὁ τεχνίτης".
Αργότερα, το 1933, Γρηγόριος Ξενόπουλος θα έγραφε ένα αποστομωτικό άρθρο, βάζοντας στη θέση τους αρκετούς κακοπροαίρετους κριτικούς τού αγίου των γραμμάτων μας:
«Είναι να γελά κανείς», γράφει, «με μερικούς κριτικούς, που τα ελαττώματα (στη σύνθεση, στο ύφος, στη γλώσσα) αυτά, μαζί με την έλλειψη τάχα "κοινωνικού περιεχομένου", τα θεωρούν τόσο σπουδαία, ώστε ν' αρνιούνται κάθε σχεδόν αξία στον Παπαδιαμάντη… Έτσι περιφρονητικά τον ονομάζουν ηθογράφο, ενώ είναι ένας μεγάλος ψυχογράφος και δημιουργός. Βρίσκουν στενό τον ορίζοντά του, ενώ το έργο του, αυτό το σκιαθίτικο, είναι κόσμος ολόκληρος, και φωνάζουν πως δεν υπάρχουν "ιδέες", εκεί που δεν έπρεπε να βλέπουν παρά την ιδέα της τέχνης, την αλήθεια και την ομορφιά.»
Προσωπικά, θα ασπαστώ τον χαρακτηρισμό του Μιλτιάδη Μαλακάση, ενός από τους σημαντικότερους ποιητές του νεοελληνικού λυρισμού, που φωτογραφησε τον Παπαδιαμάντη ως “ποιητή του σκιόφωτος, αυτόματο δημιουργό ανθρώπων και λυρικών καταστάσεων”:
«Πνεύμα Θεού φυσούσε και γεννούσε και ανάσταινε.
Ανάσταινε πράγματα και πρόσωπα… Είναι περισσότερο εκκλησιαστικός, παρά θρήσκος.
Σοφός, αλλά γυμνωμένος από κάθε αγκάθι σοφίας.
Είναι μέγας στην αληθινή σημασία της λέξεως.
Είναι κλασικός.
Όμοιος σε πολλά με τον Ντοστογιέφσκι, στερείται την εφευρετικότητα του μεγάλου Ρώσου και σώζεται από το καθετί που θα έκανε το έργο του ν' αρρωσταίνει ψυχές...
Ποιητές και πεζογράφοι ελάχιστοι στο ανάστημά του».
Από τα πιο αξιοσημείωτα έργα του Παπαδιαμάντη, υπήρξαν τα μυθιστορήματα «Η Μετανάστις» (1879) και «Η Γυφτοπούλα» (1884), με τις νουβέλες «Χρήστος Μηλιόνης» (1885) και «Η Φόνισσα» (1903), να ξεχωρίζουν διαχρονικά.
Αναλυτικά η Εργογραφία του Αλέξανδρου Παπαδιαμάντη:
Μυθιστορήματα

Η Γυφτοπούλα (1884), Η Μετανάστις (1879), Οι Έμποροι των Εθνών (1883).
Νουβέλες
Βαρδιάνος στα σπόρκα (1893), Η Φόνισσα (1903), Τα ρόδινα ακρογιάλια(1908), Χρήστος Μηλιόνης (1885).
Διηγήματα
Αγάπη στον κρεμνό (1913), Άγια και πεθαμένα (1896), Άλλος τύπος (1903),
Αμαρτίας φάντασμα (1900), Άνθος του γιαλού (1906), Αποκριάτικη νυχτιά (1892), Απόλαυσις στη γειτονιά (1900), Άσπρη σαν το χιόνι (1907), Άψαλτος (1906), Για τα ονόματα (1902), Για την περηφάνια (1899), Γουτού γουπατού (1899), Γυνή πλέουσα (1905), Εξοχική Λαμπρή (1890), Εξοχικόν κρούσμα (1906), Έρημο μνήμα (1910), Έρμη στα ξένα (1906), Έρως – Ήρως (1897), Η Άκληρη (1905), Η Αποσώστρα (1905), Η Βλαχοπούλα (1892), Η Γλυκοφιλούσα (1894), Η Γραία κ' η θύελλα (1906), Η Δασκαλομάννα (1894), Η Επίσκεψις του αγίου Δεσπότη (1906), Η Θητεία της πενθεράς (1902), Η Θεοδικία της δασκάλας (1906), Η Ξομπλιαστήρα (1906), Η Κάλτσα της Νώενας (1907)
Η Μακρακιστίνα (1906), Η Μαούτα (1905), Η Μαυρομαντηλού (1891),
Η νοσταλγός (1894), Η Ντελησυφέρω (1904), Η Πεποικιλμένη (1909),
Η Πιτρόπισσα (1909), Η Σταχομαζώχτρα (1889),
Η Στοιχειωμένη καμάρα (1904), Η Συντέκνισσα (1903),
Η Τελευταία βαπτιστική (1888), Η Τύχη απ' την Αμέρικα (1901),
Η Φαρμακολύτρια (1900), Η Φωνή του Δράκου (1904),
Η Χήρα παπαδιά (1888), Η Χήρα του Νεομάρτυρος (1905),
Η Χολεριασμένη (1901), Η Χτυπημένη (1890), Θάνατος κόρης (1907),
Θέρος – Έρος (1891), Κοινωνική αρμονία (1906), Κοκκώνα θάλασσα (1900), Λαμπριάτικος ψάλτης (1893), Με τον πεζόβολο (1907), Μια ψυχή (1891), Μικρά ψυχολογία (1903), Ναυαγίων ναυάγια (1893),
Νεκρός ταξιδιώτης (1910), Ο Αβασκαμός του Αγά (1896),
Ο Αειπλάνητος (1903), Ο Αλιβάνιστος (1903), Ο Αμερικάνος (1891),
Ο Ανάκατος (1910), Ο Γαγάτος καί τ' άλογο (1900),
Ο γάμος του Καραχμέτη (ή το Συναξάρι μιας Αγίας Συζύγου) (1900),
Ο Γείτονας με το λαγούτο (1900), Ο Διδάχος (1906),
Ο Έρωτας στα χιόνια (1896), Ο Κακόμης (1903), Ο Καλόγερος (1892),
Ο Κοσμολαΐτης (1903), Ο Ξεπεσμένος δερβίσης (1896),
Ο Πανδρολόγος (1902), Ο Πανταρώτας (1891), Ο Πεντάρφανος (1905),
Ο Πολιτισμός εις το χωρίον (1891), Ο Σημαδιακός (1889),
Ο Τυφλοσύρτης (1892), Ο Χαραμάδος (1904),
Ο Χορός εις του κ. Περιάνδρου (1905), Οι Δύο δράκοι (1906),
Οι Ελαφροΐσκιωτοι (1892), Οι Κουκλοπαντρειές (1903),
Οι Λίρες του Ζάχου (1908), Οι Μάγισσες (1900), Οι Ναυαγοσώσται (1901), Οι Παραπονεμένες (1899), Οι Χαλασοχώρηδες (1892),
Ολόγυρα στη λίμνη (1892), Όνειρο στο κύμα (1900),
Παιδική Πασχαλιά (1891), Πάσχα ρωμέικο (1891), Πατέρα στο σπίτι (1895), Ποία εκ των δύο (1906), Ρεμβασμός του Δεκαπενταυγούστου (1906), Σταγόνα νερού (1906), Στην Αγ. Αναστασά (1892),
Στο Χριστό στο Κάστρο (1892), Στρίγλα μάννα (1902), Τ' Αγνάντεμα (1899), Τ' Αερικό στο δέντρο (1907), Τ' Αστεράκι (1909), Τ' Μπούφ' του π'λί (1904), Τα Δαιμόνια στο ρέμα (1900), Τα Δυό κούτσουρα (1904),
Τα Δυό τέρατα (1909), Τα Καλαμπούρια ενός δασκάλου (1908),
Τα Κρούσματα (1903), Τα Λιμανάκια (1907),Τα Πτερόεντα δώρα (1907),
Τα Συχαρίκια (1894), Τα Χριστούγεννα του τεμπέλη (1896),
Της Δασκάλας τα μάγια (1909), Της Κοκκώνας το σπίτι (1893),
Το Γιαλόξυλο (1905), Το Γράμμα στην Αμερική (1910),
Το Ενιαύσιον θύμα (1899), Το Θαλάσσωμα (1906),
Το Θαύμα της Καισαριανής (1901), Το Καμίνι (1907),
Το Κρυφό Μανδράκι (1906), Το Μυρολόγι της φώκιας (1908),
Το «Νάμι» της (1906), Το νησί της Ουρανίτσας (1902),
Το Πνίξιμο του παιδιού (1900), Το Σπιτάκι στο λιβάδι (1896),
Το Τυφλό σοκκάκι (1906), Το Χριστός Ανέστη του Γιάννη (1914),
Το Χριστόψωμο (1887), Το Ψοφίμι (1906), Τρελλή βραδυά (1901),
Υπηρέτρα (1888), Υπό την βασιλικήν δρύν (1901), Φιλόστοργοι (1895), Φορτωμένα κόκκαλα (1907), Φτωχός άγιος (1891),
Φώτα – Ολόφωτα (1894), Χωρίς στεφάνι (1896), Ωχ! Βασανάκια (1894).
Ποιήματα
Δέησις (1881), Εις ιππεύουσαν Παναγυριώτισσαν (1907),
Εις την μνήμην του Επαμεινώνδα Δεληγεώργη (1908),
Εις τους αδελφούς Γιαννάκην και Κωστήν Γ. Ραφτάκη (1902),
Επωδή γιατρού στη χολέρα (1879), Επωδή παπά στη χολέρα (1879),
Έρωτες στα κοπριά (1907), Η Έκπτωτος ψυχή (1882),
Η Κοιμάμενη Βασιλοπούλα (1891), Μια ψυχή (1891), Νύχτα βασάνου (1903), Προς την μητέρα μου (1874), Στην Παναγία τη Σαλονικιά (1983),
Στην Παναγία την Κεχριά (1920), Στην Παναγία την Κουνίστρα (1921), Στην Παναγία του Ντομάν (1921), Στην Παναγίτσα στο Πυργί (1923),
Στον Πρόδρομον στον Ασέληνο (1980),
Στον Πρόδρομον του Κάστρου (1986), Στον Χριστόν του Κάστρου (1986),
Το τραγούδι της Κατίνας (1892), Το Ωραίον φάσμα (1892).
Υμνογραφήματα
Ακολουθία του Αγίου Ιερομάρτυρος Αντίπα, Επισκόπου Περγάμου (1954)
Απόστιχα του Μικρού Εσπερινού, εις την εορτήν του Προφήτου Ηλιού (1954),
Κανών ικετήριος εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον την Γοργοεπήκοον (1954), Κανών ικετήριος εις τον Όσιον Διονύσιον τον εν Ολύμπω (1954).
Σατιρικά
Σατιρικά (1954)
Θρησκευτικά άρθρα
Αγιοβασιλειάτικα (1888),
Αι Κυρίαι της Νέας Υόρκης και ο Μορμωνισμός (1899),
Άι μου Γιώργη! (1892), Εκκλησιαστικαί εκδόσεις εν Αθήναις (1900),
Επ' ευκαιρία της Μ. Τεσσαρακοστής (1906), Επιστολή (1881),
Επιστολή προς το Εμπρός (1902), Η Αγία και Μεγάλη Εβδομάς (1881),
Η Δίψα του Δαυίδ (1905), Η Εβδομάς της Διακαινησίμου (1881),
Η Εννεακοσιετηρίς της Παμμεγίστης Λαύρας (1889),
Η Έννοια του Θεού και ο υλισμός (1881), Η Κοίμησις της Θεοτόκου (1887), Η Κυριακή του Πάσχα (1887), Η Μεγάλη Εβδομάς εν Αθήναις (1887),
Η Μεγάλη Εβδομάς εν Αθήναις (δεύτερο άρθρο με τον ίδιο τίτλο) (1892), Θεοφάνεια (1888), Ιερείς των πόλεων και ιερείς των χωρίων (1896),
Κυριακή του Πάσχα (1892), Μικρά απάντησις (1900),
Ο Επιτάφιος και η Ανάστασις εις τα χωρία (1887),
Περί της Παναγίας της Κουνιστρίας (1908),
Πέτρος και Παύλος οι κορυφαίοι (1887),
Πρόλογος και σημειώσεις εις το βιβλιάριον Παναγία η Κουνίστρια (1903), Τα Άγια Θεοφάνεια (1881), Τα Μνημόσυνα και το Καθαρτήριον (1891),
Τα συμβάντα της Σκιάθου (1909),
Τελευταία απάντησις εις τον «Λόγον» (1891),
Το Μακράκειον επεισόδιον εν Σκιάθω (1891), Φωνή αύρας λεπτής (1901), Χριστούγεννα (1887).
Διάφορα άρθρα
Αι Αθήναις ως Ανατολική πόλις (1896), Από τα νησιωτικά έθιμα (1905), Αποσπάσματα σκέψεων (1903),
Άρθρον δια τον Καζαμίαν (Ανολοκλήρωτο) (1987),
Γλώσσα και κοινωνία (1907), Η Αληθής υγίεια (1907),
Η Εις Γιάννεσβουργ της Αφρικής καταστροφή (1896),
Ο Απόλλων και το δέρμα του Μαρσύου (1902), Ο Μπάυρων (1896),
Ο Πατήρ Διονύσιος (1888), Οιωνός (1896),
Πόσις και Δάμαρ (Διάλογος) (1901), Ταξίδι - Βαπόρι - Ρωμέικο (1895).
Διάφορα μικρά κείμενα
Α΄ Επιστολή προς την Εφημερίδα (1887),
Αγγελία εκδόσεως διηγημάτων (1902), Απάντησις εις τον Αίολον (1887), Απάντησις εις τον Ζ. της «Εφημερίδος» (1891),
Β΄ Επιστολή προς την Εφημερίδα (1887),
Βιογραφία Αλ. Παπαδιαμάντη (1925),
Γεώργιος Δ. Δημητριάδης (1897), Γεώργιος Ευθυμιάδης, Λαμιαίος (1905), Γνώμη για τον «Ξενιτεμό» του Γ. Βλαχογιάννη (1948),
Γνώμη δια τον Σουρήν (1894), Γουλιέλμος Βιλδ (1899),
Διηγήματα Αλ. Παπαδιαμάντη (1934), Διόρθωσις επιγράμματος (1913),
Εις την τριακονταετηρίδα του Χ. Αννίνου (1900),
Εις τον εξάδελφον Δημητράκην (1898), Εις Χαρίλαον Τρικούπην (1900),
Εν δάκρυ επί τω θανάτω της Μαρ. Φ. Γεωργιάδου (1907),
Θρήνος εις τον εξάδελφόν μου Σωτήριον Αλ. Οικονόμου (1909),
Παπα-Αδαμάντιος Οικονόμος (1895),
Πρόλογος εις το Καταστατικόν Συνεταιρισμού Κοινότητος Κοσκινά Καρδίτσης (1908), Προς την εφημερίδα «Ακρόπολιν» (1885),
Τα «Θαλασσινά Ειδύλλια» (1891), Το Μοσχάτον της Σκιάθου (1931).
Εύα Αλιβιζάτου
Πεζογράφος

Comments