Αυτή τη θεία την καλούσαν για φαγητό κάθε δίμηνο.
Κυριακή πάντα.
Τις υπόλοιπες Κυριακές συνήθως έμεναν σιωπηλοί στο τραπέζι.
Όταν πλησίαζε ο καιρός, έλεγε η μητέρα: "Τι να κάνει άραγε η Μαργαρίτα;".
Αυτό ήταν το σύνθημα.
Ο πατέρας έλεγε" θα την πάρω να έρθει να φάμε την Κυριακή".
Όταν ερχόταν η θεία Μαργαρίτα, κάπως το 'φερνε κάθε φορά η κουβέντα και η μητέρα τη ρωτούσε αν είχε βρει κάποιον.
Ο πατέρας τότε πεταγόταν και έλεγε ότι τα χρόνια περνούν και στο τέλος θα μείνει μόνη της.
Η μητέρα κουνούσε επιδοκιμαστικά το κεφάλι και πρόσθετε ότι ο άνθρωπος έχει ανάγκη από έναν σύντροφο και ότι είναι καλό να παντρεύεται, για να έχει κάποιον να τον φροντίζει.
Η θεία Μαργαρίτα γελούσε και έλεγε ότι το φέρετρο είναι μονό κρεβάτι μα όσο ζει κανείς κοιμάται σε φέρετρα διπλά.
Όταν έφευγε η θεία Μαργαρίτα, ο πατέρας μάζευε το τραπέζι αμίλητος και σκούπιζε με επιμέλεια τα ψίχουλα να μην πέσουν κάτω.
Η μητέρα έπλενε τα πάτια.
Το βράδυ έβλεπαν ειδήσεις σε χωριστά κανάλια.
Μετά πήγαιναν στο διπλό τους φέρετρο να ξαπλώσουν.
Ειρήνη Καλτσά
Φιλόλογος
Comments