Στη ζωή μου τίποτα δεν έγινε με πρόγραμμα. Καθετί ήταν αυθόρμητο, καθετί ήταν αναπάντεχο. Το μόνο που έκανα με εμμονή ήταν να κοιτάζω το ρολόι μου.
Αγαπώ πολύ τα ρολόγια του χεριού και φυσικά καμία σημασία πόσο φθηνά ή ακριβά είναι, αρκεί να έχουν τη δυνατότητα να μ’ ενημερώνουν για την ώρα, τον χρόνο˙ να μπορώ να φανταστώ εσένα και ξανά εσένα και πάλι εσένα, ζωή μου ‒ ότι σε μία ώρα από τώρα θα σε δω, θα σ’ αγκαλιάσω, θα ταξιδέψω, θα σε φτάσω, θα κάνω σπουδαία πράγματα, ότι όλα τα όμορφα είναι ακόμα στο δρόμο.
Δεν δημιούργησα ποτέ άγχος στον εαυτό μου. Αυτό ήρθε ακάλεστο και με βρήκε. Ήμουν απρόθυμη να το δεχτώ και να συμβαδίσω μαζί του. Το πολέμησα και το πολεμώ και είμαι σίγουρη ότι θα νικήσω.
Το ρολόι μου ίσως θα ‘πρεπε να μου προσθέσει παραπάνω άγχος, μα με βοήθησε ν’ απαλλαγώ λίγο από αυτό, είχε το δικό του τρόπο. Συναισθηματικά ήμουν ευάλωτη ίσως και να είμαι ακόμα, , όμως στα μάτια όλων έχω ένα ταλέντο ‒ την περηφάνια μου να μην το δείχνω, να μη με λυπούνται.
Φοράω ένα παράξενο. Ο συγκεκριμένος δείκτης κάνει αγώνα δρόμου, παλεύει μαζί μου να συναντήσει τις προσδοκίες μου. Είναι φωσφοριζέ με μπρασελέ στο πορτοκαλί χρώμα. Κατανοώ, μάλλον, την ανάγκη του να φανεί και αυτό, να δείξει όχι μόνο τη χρησιμότητα του και την εγκυρότητά του αλλά και την εμφάνισή του, γιατί η σημερινή εποχή έχει την τάση αυτή: την εικόνα! Έχει την ίδια απαίτηση να τ’ αγκαλιάσω.
Η δική μου γνώμη είναι πως οτιδήποτε έχει ομορφιά εσωτερική, έχει αξία ανεξαρτήτως εμφάνισης. Μα συμβαδίζω και εγώ στο τώρα, προσπαθώ να υπενθυμίζω στον εαυτό μου πως δεν χρειάζεται να ταυτιστώ με κανέναν άλλο. Είμαι ακόμα ένα αυθόρμητο δεκαεξάχρονο κορίτσι με σιέλ μαγιό, λευκό παντελόνι λινό και φλερτάρω όπως κάθε έφηβη... Τριάντα έξι χρόνια μετά, ανήκω ακόμα στην ίδια κατηγορία, μεγαλώνοντας, φλερτάροντας όμορφα ακόμη τον άνθρωπό μου.
Σταθερά το ρολόι στο χέρι μου στέκεται αγέρωχο, θαυμάζει την ψυχή μου, θαυμάζει όλους όσους με πλησιάζουν και με αγαπούν. Τους προειδοποιεί να μην τα βάλουν μαζί του γιατί θα είναι αμείλικτο.
Δεν είναι μόνο του, έχει μεγάλη οικογένεια, πολλά σχέδια, χρώματα, πετραδάκια, λουράκια. Έχουν όλα μια ιστορία, δεν αφήνω όμως κάποιο παραπονεμένο. Το καθένα έχει τη δική του τιμητική πορεία. Φορές που λοξοδρόμησα με επανέφερε στην τάξη.
Έτσι και τότε, που σε είδα και φορούσες κι εσύ το ωραίο δικό σου κόσμημα. Το μεγάλο μπρασελέ και το καντράν να υπενθυμίζει πως πρέπει να επιστρέψω στη δουλειά. Δεν γινόταν όμως αυτό. Σε ερωτεύτηκα σε κλάσματα δευτερολέπτου. Καλωσόρισες έρωτα. Και έπειτα, αυτά τα δύο έδωσαν τα χέρια, αγαπήθηκαν και αγαπιούνται ακόμα. Γνωρίζουν την ιστορία μας και στέκονται αγέρωχα στα χέρια μας, στα συρτάρια μας, μα πάντοτε είναι μαζί, δεν είναι ξένα μεταξύ τους. Κόπιασαν να διατηρήσουν τις μπαταρίες τους σε εγρήγορση, γεμάτες, άντεξαν να μην βραχούν και να πορευτούν με ευτυχία.
Λόγο τιμής έδωσαν, να συντροφεύσουν τα υπόλοιπα ρολόγια, να ζήσουν μαζί την γραφή, την ανάγνωση, την αγκαλιά, την αγάπη, τον σεβασμό, την εχεμύθεια, την εμπιστοσύνη. Ν’ αποδείξουν πως υπάρχουν, λόγω τιμής και δεν είναι απλά στην σφαίρα της φαντασίας μας. Υποσχέθηκαν να μην τους νοιάζει ποτέ τι λένε οι άλλοι, τα ξεκούρδιστα αυτά ρολόγια που τρέχουν τον χρόνο και δεν τον φτάνουν ποτέ. Να κοιτάζουμε τον δικό μας μηχανισμό και να είμαστε γεροί, δυνατοί, ευτυχισμένοι. “Λόγω Τιμής”.
Σας ευχαριστώ όλους.
Εύα Αλιβιζάτου
Φωτό: Εύα Αλιβιζάτου
Comments