top of page

Σεπτεμβριανά τοπία μιας ψυχής


Τυλίχθηκε ο ουρανός κι αυτό το δειλινό μέσα σε χρώματα γεμάτα πορτοκαλί φθινόπωρο.

Κι η εικόνα του έρχεται υγρή από το δίχως κουρτίνες παράθυρο του υπόγειου κρησφύγετου μου.

Γυμνό κι αυτό όπως τα δέντρα της ψυχής μου που έριξαν πρόωρα τα φύλλα.

Λύγισαν βλέπεις στο πρώτο φύσημα ενός τυχαίου ανέμου, που δεν ήταν ούτε καν ένας αντρειωμένος άνεμος, όπως ένας σωστός βοριάς.

Κι έφερε στο πέρασμα του μπόλικη σκόνη.

Που έφραξε τους πόρους από το δέρμα μου.

Με μνήμες θολές και λόγια τοξικά που γλιστρούσαν ωμά από το δικό σου στόμα.

Κι έδεναν τα χέρια μου.

Τύφλωναν τα μάτια μου.

Σώπαιναν τα θέλω μου κι έριχναν χοντρό αλάτι στις πληγές μου.

Ώσπου τα δάκρυα μου άρχισαν να πέφτουν σαν πρωτοβρόχι πάνω στην άγονη ψυχή σου.

Μουσκέψαν σιγά σιγά το όξινο χώμα σου.

Μύρισε το!

Να δεις πως είναι το άρωμα ενός Σεπτέμβρη που σκόνταψε στην πέμπτη μέρα.

Και νιώσε αν μπορείς έστω για λίγο πως είναι να κλαις στάζοντας του έρωτα το ανεκπλήρωτο μαράζι.

Κι άφησε να γεμίζει με λασπόνερα η κάθε λακκούβα που ξέχασαν οι παλιοί σου εραστές πάνω στο τσιμεντένιο σώμα σου.

Κι άσε τον κεραυνό να πέσει πάνω σου, σαν τιμωρία, για όλα τα όνειρα που τουφεκίσθηκαν σαν πουλιά που πετούσαν τραγουδώντας άσματα παράφορης επιθυμίας.

Και μη φοβάσαι μην τυχόν αισθανθείς το χάδι της ζωής που θα τελειώνει πάνω σου καυτό σαν πύρινη γλώσσα από την κόλαση.

Σκέψου πως δε θα κρατήσει αιώνια.

Σκέψου πως τίποτα δεν μπορούν να αισθανθούν αυτοί που έχουν πάψει από καιρό να αισθάνονται και να αναπνέουν γαλήνια στον τόπο της αλήθειας.

Comments


bottom of page