top of page

"Το πλήθος μιλά"


Εμείς,

οι αμέτοχοι, οι βέβαιοι,

με τα παπούτσια γεμάτα λιβάνι και λόγια αέρινα,

σταθήκαμε στις σκάλες

κι απαιτήσαμε να σηκωθείς.


Σε δείξαμε με το δάχτυλο,

όπως δείχνει κανείς το ρολόι, όταν αργεί το φως.

«Αναστήσου», φωνάξαμε,

σα να απαιτείς φως από τον ουρανό,

δίχως να περάσεις απ’ το σκοτάδι

Μα δεν σηκώθηκες.


Κι εμείς σιωπήσαμε,

σαν να 'ταν δικό σου το φταίξιμο.

Μας τρόμαξε η ακινησία σου.

Το αίμα σου άφησε λεκέ στο λευκό σεντόνι.

Δεν ήσουν φωτογραφία για το προφίλ μας,

ούτε σκιά για να την προσκυνήσουμε.


Ήσουν αυτό που δεν αντέχουμε:

άνθρωπος,

από κείνους που πονάνε στ’ αλήθεια

και δεν φωνάζουν.

Κι όταν χάθηκες πίσω από παλτά και ήχους,

ψάξαμε άλλον,

πιο βολικό θεό.

Έναν που ανασταίνεται στην ώρα του,

και δε ρωτά.



Μαρία Καραθανάση



Comments


bottom of page